ISBN | 978-618-5267-47-6 |
---|---|
Σελίδες | 192 |
Σχήμα | 12 × 1 × 20 cm |
Τιμή | Original price was: €13.00.€11.70Η τρέχουσα τιμή είναι: €11.70. |
Κυκλοφορία | Απρίλιος 2021 |
Έκδοση | 1η |
Επιμέλεια | Κώστας Σπαθαράκης, Εύα Πλιάκου |
Σχεδιασμός εξωφύλλου | Μάρω Κατσίκα |
Σκάκι. Ο κόσμος σε 64 τετράγωνα
του Κρίστιαν Μαν
Μετάφραση: Νίκος Θεοδωρόπουλος
discount10percent, ΔΟΚΙΜΙΟ64 τετράγωνα, 32 κομμάτια, ελάχιστοι απλοί κανόνες, που συνθέτουν όμως έναν ολόκληρο ξεχωριστό κόσμο. Το βασιλικό παιχνίδι του σκακιού γοητεύει τους ανθρώπους σε όλον τον κόσμο εδώ και πάνω από 1.500 χρόνια. Ο Κρίστιαν Μαν ακολουθεί βήμα προς βήμα αυτό το συναρπαστικό φαινόμενο, αναλύοντας την ιστορία και την κουλτούρα ενός παιχνιδιού που ήταν πάντοτε κάτι περισσότερο από μια απλή διασκέδαση. Ιστορικές παρτίδες του παρελθόντος και αγώνες ανάμεσα στους σύγχρονους κορυφαίους σκακιστές, η ζωή και η σκέψη των παιχτών, αλλά και η κοινωνική, πολιτική και πολιτισμική σημασία του παιχνιδιού, όλα όσα συνθέτουν τη γοητεία του σκακιού αναλύονται εδώ διεξοδικά.
Ωστόσο το σκάκι είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένα απλό άθλημα. Ορισμένοι μαιτρ ασκούν το σκάκι ως επιστήμη, μελετώντας μία και μόνο θέση επί εβδομάδες για να ανακαλύψουν την αλήθεια της, για να αποδείξουν ότι τα μαύρα νικούν ή ότι τα λευκά μπορούν, με ακριβές παιχνίδι, να πετύχουν ισοπαλία. Ορισμένες αναλύσεις παρτίδων θυμίζουν επιστημονικά δοκίμια ως προς το βάθος και τη λεπτομέρειά τους, και για ορισμένες βαριάντες ανοιγμάτων έχουν γραφτεί ράφια ολόκληρα βιβλιογραφίας. Πολλοί παίχτες έχουν αφιερώσει τη ζωή τους στη μελέτη του σκακιού χωρίς να κατακτήσουν ποτέ τα μυστικά του σε βάθος. Εκατομμύρια άνθρωποι, από την άλλη, παίζουν σκάκι απλώς για ψυχαγωγία, είτε οικογενειακά, είτε με φίλους, είτε σε συλλόγους, είτε στο διαδίκτυο. Το παιχνίδι είναι δημοφιλές σε όλο τον κόσμο, σε κάθε ηλικιακή ομάδα και κοινωνικό στρώμα· μπορεί να προσφέρει χαρά σε κάθε επίπεδο και περιβάλλον, είτε στην αυστηρή σιωπή της αίθουσας ενός τουρνουά είτε σε μια χαρούμενη, θορυβώδη ατμόσφαιρα. Οι κανόνες του παιχνιδιού είναι απλοί και οποιοσδήποτε μπορεί να τους μάθει μέσα σε λίγη ώρα· η πολυπλοκότητα, αντιθέτως, είναι απέραντη: οι μαθηματικοί εκτιμούν ότι ο αριθμός όλων των πιθανών παρτίδων σκακιού είναι 10 εις την 120ή, πολύ μεγαλύτερος από το άθροισμα όλων των ατόμων στο σύμπαν. Υπάρχει μια παραδοσιακή ρήση που συνοψίζει έξοχα αυτή την πολυπλοκότητα: «Το σκάκι είναι μια λίμνη όπου ένα κουνούπι μπορεί να κάνει μπάνιο και ένας ελέφαντας να πνιγεί».
Κάποιοι αντιμετωπίζουν το σκάκι όχι μόνο ως άθλημα, παιχνίδι ή επιστήμη, αλλά και ως τέχνη. Ο αριθμός των κομματιών είναι περιορισμένος, τα αιχμάλωτα κομμάτια εγκαταλείπουν τη σκακιέρα και δεν επιστρέφουν ποτέ. Το ζήτημα λοιπόν δεν είναι, όπως σε άλλα παιχνίδια, η ποσοτική συσσώρευση αλλά μάλλον το πώς τα διαθέσιμα κομμάτια θα συνεργαστούν μεταξύ τους με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Και η τέλεια αρμονία των κομματιών, είτε μέσω αποτελεσματικών συνδυασμών είτε μέσω υπομονετικών ελιγμών, προσφέρει στους γνώστες του παιχνιδιού την ύψιστη αισθητική ικανοποίηση. Για να το πούμε με τα λόγια του Μαρσέλ Ντυσάν: «Μέσα από τη στενή επαφή μου με καλλιτέχνες και σκακιστές, κατέληξα προσωπικά στο συμπέρασμα ότι δεν είναι όλοι οι καλλιτέχνες σκακιστές, αλλά όλοι οι σκακιστές είναι καλλιτέχνες». Αν ένας σκακιστής θελήσει, ωστόσο, να φιλοτεχνήσει ένα έργο τέχνης, χρειάζεται πάντοτε έναν αντίπαλο που θα συμμετάσχει σε αυτό. Προκειμένου να παρακαμφθεί αυτό το εμπόδιο, υφίσταται, με τα σκακιστικά προβλήματα, μια ξεχωριστή μορφή παιχνιδιού, το καλλιτεχνικό σκάκι, όπου προσχεδιάζονται θέσεις στις οποίες υπάρχει ένα αιφνιδιαστικό ματ ή μια κρυφή οδός προς την ισοπαλία. Το καλλιτεχνικό σκάκι έχει κι αυτό τους δικούς του τακτικούς διαγωνισμούς, στους οποίους, όπως συμβαίνει και με άλλα καλλιτεχνικά βραβεία, μια κριτική επιτροπή επιλέγει τους καλύτερους με βάση την αισθητική και την πρωτοτυπία.
Η πολυπλοκότητα του παιχνιδιού είναι εκείνη που του χάρισε την παγκόσμια δημοφιλία και το έκανε το πιο σημαντικό παιχνίδι στην ιστορία της ανθρωπότητας. Αυτό όμως που εξάπτει περισσότερο από όλα τη φαντασία είναι ο χαρακτήρας του μεγάλου σκακιστή. Ήδη στον Τριστάνο του Γοδεφρείδου του Στρασβούργου (αρχές 13ου αιώνα), ο ομώνυμος ήρωας ξεχνά τον κόσμο γύρω του παίζοντας σκάκι· και στον 20ό αιώνα ο σκακιστής που βρίσκει την άκρη στα 64 τετράγωνα αλλά όχι στην κοινωνική ζωή πρωταγωνιστεί σε αρκετά σημαντικά λογοτεχνικά έργα. Συχνά συναντά κανείς σκακιστές και σε ταινίες, κυρίως ωστόσο υπό τη μορφή του ανώτερου στρατηγικού νου, που υπολογίζει ψυχρά και κυνικά τις πράξεις των συνανθρώπων του σαν σκακιστικές κινήσεις. Και, τελικά, καθώς το σκάκι θεωρείται «λυδία λίθος του μυαλού» (Γκαίτε), έχει καταστεί σημείο αναφοράς σε πολλές διαμάχες που ξεσπούν στην κοινωνία. Από όταν ξεκίνησαν οι συζητήσεις για την τεχνητή νοημοσύνη, το παιχνίδι του σκακιού χρησίμευσε ως δείκτης για τις ικανότητες και τα όρια των μηχανών. Ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα ο «Τούρκος», ένα αυτόματο που υποτίθεται ότι έπαιζε σκάκι, προκάλεσε αίσθηση προτού αποκαλυφθεί το πολύ ανθρώπινο μυστικό του. Όταν ένας παγκόσμιος πρωταθλητής έχασε πρώτη φορά σε αγώνα ενάντια σε έναν υπολογιστή, αυτό θεωρήθηκε από όλα τα μέσα ενημέρωσης ένα ορόσημο τεχνολογικής ανάπτυξης, και αφότου το αυτοδίδακτο πρόγραμμα AlphaZero κατανόησε ολόκληρη την πολιτισμική εξέλιξη του σκακιού μέσα σε λίγες ώρες, οι συζητήσεις για τη δυναμική των υπολογιστών σε σύνθετες επεξεργασίες γίνονται πλέον με άλλους όρους. Τέλος, η απουσία ισχυρών σκακιστριών και η αναζήτηση των αιτίων της παρέχουν άφθονο υλικό προς συζήτηση, στο πλαίσιο των αντιπαραθέσεων για τη σχέση μεταξύ των φύλων.
Παρά τις ποικίλες συζητήσεις για το παιχνίδι του σκακιού, ένα πράγμα δεν πρέπει να ξεχνάμε: το σκάκι είναι απόλυτα αφηρημένο, υπερβαίνει κάθε συγκεκριμένη εφαρμογή και δεν έχει καμία άμεση πρακτική χρήση. Ο Αμερικανός συγγραφέας Ρέυμοντ Τσάντλερ περιέγραψε κάποτε δηκτικά το σκάκι ως «την πιο πολύπλοκη μορφή σπατάλης της ανθρώπινης ευφυΐας, τέτοια που όμοιά της μόνο έξω από μια διαφημιστική εταιρεία μπορεί να βρει κανείς». Ίσως όμως ακριβώς αυτή η υποτιθέμενη μη χρησιμότητα να έχει συμβάλει ουσιαστικά στην ακατάσβεστη γοητεία του «βασιλικού παιχνιδιού».