ISBN | 978-618-5267-71-1 |
---|---|
Σελίδες | 136 |
Σχήμα | 12 × 1.3 × 20 cm |
Τιμή | €12.96 |
Κυκλοφορία | Μάιος 2023 |
Έκδοση | 1η |
Επιμέλεια | Κώστας Σπαθαράκης |
Σχεδιασμός εξωφύλλου | Μάρω Κατσίκα |
Επίμετρο | Κώστας Σπαθαράκης |

Οι Κυριακές του Ζαν Ντεζέρ
του Ζαν ντε Λα Βιλ ντε Μιρμόντ
Μετάφραση: Μαρτίνα Ασκητοπούλου
discount10percent, ΚΛΑΣΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ, ΝΟΥΒΕΛΑΟ Ζαν Ντεζέρ ξυπνάει στις οχτώ. Ετοιμάζει μόνος του τον καφέ του με γάλα, στην εστία γκαζιού. Στις εννιά ακριβώς φτάνει στο γραφείο του, στην οδό Βανώ. Γευματίζει αφηρημένος σε ένα μαγειρείο. Η ζωή του δεν έχει τίποτα το αξιοπερίεργο, φαινομενικά τουλάχιστον. Η φαντασία του παίρνει μπρος εκτός ωρών γραφείου και κυρίως την Κυριακή. Για τον Ζαν Ντεζέρ, η Κυριακή είναι όλη του η ζωή. Εκτιμάει βαθιά αυτή τη μέρα που τόσοι λίγοι άνθρωποι κατανοούν πραγματικά. Τα μάτια του δεν εγκαταλείπουν τη γη, το βλέμμα του δεν υψώνεται πάνω από αυτόν τον κόσμο, όπου, αν κάποιοι είναι ηθοποιοί κι άλλοι θεατές, εκείνος δεν είναι παρά ένας κομπάρσος.
Ι
Η βροχή άρχισε να πέφτει, βροχή φθινοπωρινή, αδιάκοπη, αμετάκλητη. Βρέχει παντού, στο Παρίσι, στα προάστια, στην επαρχία. Βρέχει στους δρόμους και στις πλατείες, στις άμαξες και στους περαστικούς, στον Σηκουάνα που δεν το έχει άλλο ανάγκη. Τραίνα φεύγουν από σταθμούς σφυρίζοντας· άλλα παίρνουν τη θέση τους. Άνθρωποι φεύγουν, άνθρωποι γυρνούν, άνθρωποι γεννιούνται και άνθρωποι πεθαίνουν. Ο αριθμός των ψυχών παραμένει σταθερός. Και κάπως έτσι ήρθε η ώρα για το απεριτίφ.
Ζούμε, περιφερόμαστε, διασταυρωνόμαστε χωρίς να γνωριστούμε μπροστά από τις φωτισμένες βιτρίνες. Χιλιάδες πόδια ανακατεύουν τη λάσπη από τις διάφορες συνοικίες και τη ζυμώνουν, ώσπου πλάθουν αυτήν την ομοιόμορφη πάστα που θα χρειαστεί πολύ τρίψιμο να αφαιρεθεί από τα τακούνια, νωπά ακόμη το επόμενο πρωί. Οι πλανόδιοι διαλαλούν τις απογευματινές εφημερίδες: Επανάσταση στη Νικαράγουα, Πτώση στο Χρηματιστήριο, Πρεμιέρες της εβδομάδας. Δικηγόρος βρίσκει φρικτό θάνατο στο Νεϊγύ. Έκρηξη σε εργοστάσιο στην Αμερική — τριακόσιοι νεκροί. Αλλά είναι όλα πάρα πολύ μακρινά.
Ο Ζαν Ντεζέρ κλείνει την ομπρέλα του.
Έπειτα, μπαίνει στο μαγειρείο του, στην οδό ντυ Μπακ, δυο βήματα απ’ το σπίτι του. Στο σαγρέ τζάμι της πόρτας, μπορεί κανείς να διαβάσει:
ΣΕΝΕΝΤΟΥΑ
ΚΑΦΕΣ, ΓΑΛΑ, ΣΟΚΟΛΑΤΑ, ΑΥΓΑ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΩΡΕΣ
ΠΙΑΤΟ ΗΜΕΡΑΣ
Εκεί μέσα, μόνο δύο λάμπες αναμμένες, μία που κρέμεται πάνω από το ταμείο όπου προΐσταται η κυρία Σενεντουά με τη λευκή της ποδιά, και μία που φωτίζει το πίσω μέρος του μαγαζιού. Ο Ζαν Ντεζέρ φτάνει νωρίς, επειδή βρέχει. Αλλά ο Λεόν Ντυμπορζάλ τον έχει προλάβει, επειδή έχει πρόγραμμα. Τρώει γρήγορα και διαβάζει τα Αθλητικά νέα, το ροζ χαρτί απλώνεται στο μάρμαρο του τραπεζιού.
— Τι νέα; ρώτησε ο Ζαν Ντεζέρ.
— Τίποτα. Ή μάλλον, ναι… Οι αγώνες ξεκινούν την Κυριακή, στο Χειμερινό Ποδηλατοδρόμιο.
— Α!
Ο Ζαν Ντεζέρ ξεδιπλώνει την πετσέτα του, κοιτάζει το μενού —για τους τύπους— και παραγγέλνει δύο αυγά μάτια, όπως κάθε βράδυ.
— Μα θα έχει και αγώνα με πατίνια, προσθέτει ο Λεόν Ντυμπορζάλ.
Ο Λεόν Ντυμπορζάλ είναι φίλος του Ζαν Ντεζέρ, επειδή και οι δύο τρώνε στο ίδιο μέρος σχεδόν τρία χρόνια τώρα. Είναι ο μόνος φίλος του Ζαν Ντεζέρ. Αλλά θα τους πετύχει κανείς μαζί μόνο στο εστιατόριο. Ο ένας είναι για τον άλλον ένα βοήθημα για το φαγητό του· ο ένας μιλάει, ο άλλος ακούει.
— Τακτοποίησα την ασφάλεια υγείας μου σήμερα το πρωί. Πήγα σ’ έναν γιατρό. Με δέχτηκε μαζί με τους ασθενείς του. Το σημαντικό είναι να ντύνεσαι ευπρεπώς, διότι η πρώτη εντύπωση πρέπει να είναι άριστη.
Ή αλλιώς:
— Γνώρισα έναν νεαρό. Έχει πολλές γνωριμίες και δεν είναι καθόλου ανόητος. Θα τον προσκαλέσω μία από τις επόμενες μέρες για πρωινό σε ένα καλό μαγαζί· ίσως μου φανεί χρήσιμος μια μέρα.
Ή ακόμα:
— Θυμάσαι τη μικρή Μαρσέλ; Σου έχω ξαναμιλήσει για αυτήν, δουλεύει στην οδό ντε λα Παι. Ε, λοιπόν, παλιόφιλε, θα τη σπιτώσει ένας τύπος. Είναι μεγάλη βλακεία να πετάς τα λεφτά σου στις γυναίκες. Εγώ, σε καμία περίπτωση δεν έχω το χρόνο να τις κυκλοφορώ.
— Τι είναι αυτό που διαβάζεις; ρωτάει ο Ζαν Ντεζέρ δείχνοντας μια κίτρινη μπροσούρα δίπλα στο πιάτο του φίλου του.
— Ένα νέο εγχειρίδιο στενογραφίας, εξαιρετικό. Περιέχει ένα σωρό διασκεδαστικές ασκήσεις· για παράδειγμα, αυτή εδώ η ιστορία μπορεί να αξιοποιηθεί στην ορθογραφία για την εκμάθηση των φθόγγων: ι, η, ο, ω, όπως και του γγ. Θα σου διαβάσω μερικές γραμμές, θα δεις. Μιλάει για μια αγία: Όμως το μεσημέρι κατά τις δώδεκα και μισή, αγχωμένη και φοβισμένη, εκείνη φωνασκεί: Μα τι λάμψη φωτεινή; Είναι μια ρίψη ηλεκτρισμένη! Είναι η αγέραστη αστραπή! Είναι μια σκέψη μανιασμένη! Τι γρίφος και τι μπλέξιμο; Τι σημάδι αφάνταστο; Το ανάλαφρο φτεροκόπημα των αγγελικών όντων δονεί τις χορδές στα θεϊκά όργανα και οι παρθένες των αφανέρωτων πόλεων λένε διαρκώς την ατέλειωτη πανάγια ωδή, απηχώντας τις αέναες ιαχές των εξορισμένων παρθένων. Δεν είναι τελείως άχρηστο ως άσκηση, αλλά δεν έχει ούτε ένα ψ, ούτε ένα υ, ούτε ένα ζ, ούτε ένα δίψηφο φωνήεν εκτός από το ει. Είναι, όμως, καλογραμμένο.
— Εμφανώς. Πάει καλά η δουλειά;
— Μαθαίνω πολύ εύκολα. Εξάλλου η μελέτη με ευχαριστεί. Κι έπειτα, δεν ξέρουμε ποτέ τι μπορεί να μας τύχει. Με τις επιχειρήσεις, καλό είναι να έχεις πολλά βέλη στη φαρέτρα σου.
Ο Λεόν Ντυμπορζάλ τελείωσε το γεύμα του. Σηκώνεται.
— Φεύγεις;
— Πρέπει. Θα δουλέψω για λίγο και θα κοιμηθώ με τις κότες. Έχω να σηκωθώ νωρίς αύριο το πρωί.
— Τι έχεις να κάνεις;
— Τη ζωή μου.
— Αύριο;
— Λίγο αύριο, λίγο ακόμη μεθαύριο.
— Σε διασκεδάζει;
— Έχει ένα ενδιαφέρον.
Κατά βάθος, μοιάζουμε εμείς οι δυο, σκέφτεται ο Ζαν Ντεζέρ. Μόνο που εκείνος δεν το ξέρει.
Ήπιε τον καφέ του, βρέχει ακόμα. Πού να πάει; Ο Ζαν Ντεζέρ επιστρέφει σπίτι του. Ανάβει τη λάμπα πετρελαίου και κάθεται στο τραπέζι του. Απέναντι, πίσω από τις κουρτίνες του παραθύρου του, η φωτεινή πινακίδα του Petit Saint-Thomas αναβοσβήνει, μία λευκό, μία κόκκινο, σαν το παλλόμενο φως ενός φάρου.
Το εκκρεμές του διπλανού διαμερίσματος χτυπά περίλυπα, για να ανακοινώσει το πέρασμα ενός αδιάφορου μισάωρου. Ο συνταξιούχος ταγματάρχης του τετάρτου ορόφου συνεχίζει την εξάσκηση στο πιάνο, παίζοντας με ένα μόνο δάχτυλο: Φεγγαράκι μου λαμπρό…
Ο Ζαν Ντεζέρ ανοίγει το ημερολόγιό του, με το χρυσό σόκορο, που το έχει μετατρέψει σε απλό σημειωματάριο. Στη σελίδα: 10 Οκτώβρη, του Αγίου Παυλίνου, σημειώνει: Τίποτα. Έπειτα, καπνίζει ένα τσιγάρο, μην έχοντας κάτι καλύτερο να κάνει πριν πέσει για ύπνο.